مَلْحُون Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
αλατισμένος
común
🇸🇦 الطعام المملح لذيذ
🇬🇷 Το αλμυρό φαγητό είναι νόστιμο
🇸🇦 هذه الحلوى مملحة قليلاً
🇬🇷 Αυτό το γλυκό είναι λίγο αλμυρό
|
uso cotidiano | |
|
αλατισμένος
común
🇸🇦 المنتج المالح يستخدم في الطهي
🇬🇷 Το αλμυρό προϊόν χρησιμοποιείται στη μαγειρική
🇸🇦 السمك المملح يحفظ لفترة أطول
🇬🇷 Το αλμυρό ψάρι διατηρείται περισσότερο
|
formal | |
|
αλμυρός
común
🇸🇦 الأرض المملحة كانت صعبة الزراعة
🇬🇷 Η αλμυρή γη ήταν δύσκολη στην καλλιέργεια
🇸🇦 الشعر المملح يحمل ذكريات الماضي
🇬🇷 Ο αλμυρός στίχος φέρνει αναμνήσεις του παρελθόντος
|
literario | |
|
αλατισμένος
formal
🇸🇦 المحصول المالح يحتاج إلى معالجة خاصة
🇬🇷 Ο αλμυρός καρπός χρειάζεται ειδική επεξεργασία
🇸🇦 المياه المملحة تستخدم في عمليات التصنيع
🇬🇷 Τα αλμυρά νερά χρησιμοποιούνται σε βιομηχανικές διαδικασίες
|
técnico |