مَخْزَن Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
αποθήκη
común
🇸🇦 أضع الكتب في المخزن
🇬🇷 Βάζω τα βιβλία στο αποθηκευτικό χώρο
🇸🇦 المخزن يقع خلف المنزل
🇬🇷 Η αποθήκη βρίσκεται πίσω από το σπίτι
|
uso cotidiano | |
|
αποθήκη
común
🇸🇦 يتم تخزين المواد في المخزن
🇬🇷 Τα υλικά αποθηκεύονται στην αποθήκη
🇸🇦 المخزن يحتوي على معدات مهمة
🇬🇷 Η αποθήκη περιέχει σημαντικό εξοπλισμό
|
formal | |
|
αρχείο
formal
🇸🇦 يجب تنظيم المخزن بشكل جيد
🇬🇷 Πρέπει να οργανώσεις καλά το αρχείο
🇸🇦 تم حفظ الوثائق في المخزن
🇬🇷 Τα έγγραφα αποθηκεύτηκαν στο αρχείο
|
técnico | |
|
αποθήκη
raro
🇸🇦 الذاكرة مخزن للأفكار
🇬🇷 Η μνήμη είναι αποθήκη ιδεών
🇸🇦 كتبها مخزن للأحلام
🇬🇷 Τα βιβλία της είναι αποθήκη ονείρων
|
literario |