دُهْن Griego
4 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
λάδι
común
🇸🇦 استخدم الدهن للطهي
🇬🇷 Χρησιμοποίησε το λάδι για το μαγείρεμα
🇸🇦 الدهن يُستخدم في الطبخ
🇬🇷 Το λάδι χρησιμοποιείται στο μαγείρεμα
|
uso cotidiano | |
|
βούτυρο
común
🇸🇦 دهن الحيوان يُستخدم في الطهي
🇬🇷 Το βούτυρο ζώων χρησιμοποιείται στο μαγείρεμα
🇸🇦 أضيف دهنًا إلى الطعام
🇬🇷 Πρόσθεσα βούτυρο στο φαγητό
|
uso cotidiano | |
|
μάζα
formal
🇸🇦 الدهون تتجمع في الجسم
🇬🇷 Τα λίπη συγκεντρώνονται στο σώμα
🇸🇦 تراكم الدهن يسبب أمراض
🇬🇷 Η συσσώρευση λίπους προκαλεί ασθένειες
|
literario | |
|
λιπαρό προϊόν
técnico
🇸🇦 الدهون الحيوانية تُستخدم في الصناعات
🇬🇷 Τα ζωικά λιπαρά χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία
🇸🇦 دهن الماشية يحتوي على دهون مشبعة
🇬🇷 Το κρέας περιέχει κορεσμένα λίπη
|
técnico |