جُهْد Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
κόπωση
común
🇸🇦 جهد كبير بذلته لتسليم المشروع
🇬🇷 Έκανα μεγάλη κόπωση για να παραδώσω το έργο
🇸🇦 لا تعب كثيرًا في الدراسة
🇬🇷 Μην καταβάλλεις πολλή κόπωση στη μελέτη
|
uso cotidiano | |
|
προσπάθεια
común
🇸🇦 جهد الباحث في الدراسة كان واضحًا
🇬🇷 Η προσπάθεια του ερευνητή στη μελέτη ήταν εμφανής
🇸🇦 بذل جهدًا كبيرًا لتحقيق النجاح
🇬🇷 Έκαναν μεγάλη προσπάθεια για να πετύχουν την επιτυχία
|
formal | |
|
κόπος
formal
🇸🇦 جهده في سبيل العلم لا يُقدر بثمن
🇬🇷 Ο κόπος του για την επιστήμη είναι ανεκτίμητος
🇸🇦 بذل الكثير من الجهد في العمل
🇬🇷 Έκανε πολύ κόπο στη δουλειά
|
literario | |
|
κόπωση, προσπάθεια
raro
🇸🇦 مجهود العضلات يتطلب جهدًا كبيرًا
🇬🇷 Η κόπωση των μυών απαιτεί μεγάλη προσπάθεια
🇸🇦 تحليل الجهد الكهربائي
🇬🇷 Ανάλυση ηλεκτρικής κόπωσης
|
técnico |