تَبَنَّى Griego
3 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
υιοθετώ
común
🇸🇦 تَبَنَّى الطفل عائلة جديدة.
🇬🇷 Το παιδί υιοθετήθηκε από μια νέα οικογένεια.
🇸🇦 قررت الأسرة تَبَنّي طفل.
🇬🇷 Η οικογένεια αποφάσισε να υιοθετήσει ένα παιδί.
|
lengua estándar | |
|
υιοθετώ (ιδέα, άποψη)
común
🇸🇦 تَبَنَّى الحزب السياسي موقفًا جديدًا.
🇬🇷 Το πολιτικό κόμμα υιοθέτησε μια νέα θέση.
🇸🇦 المؤسسة تَبَنَّت سياسة جديدة في العمل.
🇬🇷 Ο οργανισμός υιοθέτησε μια νέα πολιτική στην εργασία.
|
formal | |
|
αναλαμβάνω
común
🇸🇦 تَبَنَّى المشروع مسؤولية تطوير البرمجيات.
🇬🇷 Το έργο ανέλαβε την ευθύνη ανάπτυξης του λογισμικού.
🇸🇦 الشركة تَبَنَّت تنفيذ الخطة الجديدة.
🇬🇷 Η εταιρεία ανέλαβε την υλοποίηση του νέου σχεδίου.
|
formal |