تَبَرَّع Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇸🇦 تبرع للجمعية الخيرية
🇬🇷 Κάνε δωρεά στον φιλανθρωπικό οργανισμό
🇸🇦 الناس يتبرعون بسخاء
🇬🇷 Οι άνθρωποι κάνουν γενναιόδωρες δωρεές
|
formal | |
|
común
🇸🇦 تبرع له بالملابس القديمة
🇬🇷 Χάρισέ του τα παλιά ρούχα
🇸🇦 هل تود أن تتبرع بجزء من نقودك؟
🇬🇷 Θέλεις να χαρίσεις μέρος των χρημάτων σου;
|
uso cotidiano | |
|
raro
🇸🇦 الشركة تتبرع للمشاريع البحثية
🇬🇷 Η εταιρεία χορηγεί εθελοντικά σε ερευνητικά προγράμματα
🇸🇦 المؤسسة تتبرع بالمعدات الطبية
🇬🇷 Ο οργανισμός χορηγεί ιατρικό εξοπλισμό
|
técnico |