у́ряд Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
τάξη
común
🇺🇦 Уряд прийняв новий порядок
🇬🇷 Η κυβέρνηση υιοθέτησε μια νέα τάξη
🇺🇦 Порядок роботи дуже важливий
🇬🇷 Η τάξη της εργασίας είναι πολύ σημαντική
|
formal | |
|
κανονισμός
formal
🇺🇦 Урядовий порядок регулюється законом
🇬🇷 Ο κυβερνητικός κανονισμός ρυθμίζεται από τον νόμο
🇺🇦 Цей порядок необхідний для безпеки
🇬🇷 Αυτός ο κανονισμός είναι απαραίτητος για την ασφάλεια
|
técnico | |
|
ряд
común
🇺🇦 Поставте речі в порядок
🇬🇷 Βάλε τα πράγματα σε σειρά
🇺🇦 Він завжди порядок у своїх справах
🇬🇷 Πάντα έχει τάξη στα πράγματά του
|
uso cotidiano | |
|
організація
formal
🇺🇦 Урядова структура дуже складна
🇬🇷 Η κυβερνητική οργάνωση είναι πολύ περίπλοκη
🇺🇦 Потрібна хороша організація
🇬🇷 Απαιτείται καλή οργάνωση
|
formal |