тка́ти Griego

0 traducciones
Traducción Contexto Audio
υφαντικό έργο
común
🇺🇦 Вона навчилася тка́ти на старовинному верстаті.
🇬🇷 Αυτή έμαθε να υφαίνει σε μια αρχαία μηχανή.
🇺🇦 Тка́ти — це важливий ремесел у традиційній культурі України.
🇬🇷 Το ύφαινε είναι μια σημαντική τέχνη στην παραδοσιακή κουλτούρα της Ουκρανίας.
formal
να υφαίνω
común
🇺🇦 Я тка́ю тканину з ниток.
🇬🇷 Εγώ υφαίνω ύφασμα με νήματα.
🇺🇦 Вона навчається тка́ти на сучасних машинах.
🇬🇷 Αυτή μαθαίνει να υφαίνει σε σύγχρονες μηχανές.
técnico
να υφαίνω (σε γενικότερο πλαίσιο)
común
🇺🇦 Я люблю тка́ти ковдри для своєї родини.
🇬🇷 Μου αρέσει να υφαίνω κουβέρτες για την οικογένειά μου.
🇺🇦 Вона тка́є шарфи для подарунків.
🇬🇷 Αυτή υφαίνει φουλάρια για δώρα.
uso cotidiano