сена́т Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇺🇦 Сенат ухвалив новий закон
🇬🇷 Η Γερουσία ψήφισε τον νέο νόμο
🇺🇦 Рішення Сенату вплинуло на політику країни
🇬🇷 Η απόφαση της Γερουσίας επηρέασε την πολιτική της χώρας
|
formal | |
|
común
🇺🇦 Сенат зібрався для обговорення
🇬🇷 Το Συμβούλιο συγκεντρώθηκε για συζήτηση
🇺🇦 Члени Сенату прийняли рішення
🇬🇷 Τα μέλη του Συμβουλίου πήραν απόφαση
|
uso cotidiano | |
|
común
🇺🇦 Сенат зібрався для обговорення важливих питань
🇬🇷 Η Συνέλευση συγκεντρώθηκε για συζήτηση σημαντικών θεμάτων
🇺🇦 Розгляд сенату був відкритим
🇬🇷 Η συνεδρίαση της Συνέλευσης ήταν ανοιχτή
|
formal | |
|
raro
🇺🇦 У стародавній Греції Сенат був важливою інституцією
🇬🇷 Στην αρχαία Ελλάδα, η Γερουσία ήταν σημαντικός θεσμός
🇺🇦 У романах часто згадують Сенат як символ влади
🇬🇷 Στα μυθιστορήματα αναφέρεται συχνά η Γερουσία ως σύμβολο εξουσίας
|
literario |