плуг Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇺🇦 Мій дідусь має старий плуг
🇬🇷 Ο παππούς μου έχει ένα παλιό αρότρο
🇺🇦 Вони купили новий плуг для поля
🇬🇷 Αγόρασαν ένα καινούργιο άροτρο για το χωράφι
|
formal | |
|
común
🇺🇦 У романі описано праці на полі з плугом
🇬🇷 Στο μυθιστόρημα περιγράφονται οι αγροτικές εργασίες με το άροτρο
🇺🇦 Він мріє про далеку землю, де можна знову працювати з плугом
🇬🇷 Ονειρεύεται μια μακρινή γη όπου μπορεί να δουλέψει ξανά με το άροτρο
|
literario | |
|
formal
🇺🇦 Замість плуга використовують скаменιστικό інструмент
🇬🇷 Αντί για άροτρο, χρησιμοποιούν το σκαλιστήρι
🇺🇦 Цей сільськогосподарський інструмент — це сучасне скаменισке обладнання
🇬🇷 Αυτή η γεωργική συσκευή είναι σύγχρονος εξοπλισμός με σκαλιστήρι
|
técnico | |
|
común
🇺🇦 На старих картинах зображено плуги
🇬🇷 Σε παλιούς πίνακες απεικονίζονται άροτρα
🇺🇦 Він навчився користуватися плугом ще в дитинстві
🇬🇷 Έμαθε να χειρίζεται το άροτρο από μικρός
|
lengua escrita |