перфекціоні́ст Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇺🇦 Він дуже перфекціоніст у своїй роботі.
🇬🇷 Είναι πολύ τελειομανής στη δουλειά του.
🇺🇦 Її перфекціонізм впливає на результати проекту.
🇬🇷 Ο τελειομανισμός της επηρεάζει τα αποτελέσματα του έργου.
|
formal | |
|
común
🇺🇦 Він — справжній перфекціоніст.
🇬🇷 Είναι πραγματικά ένας τελειομανής.
🇺🇦 Моя сестра — перфекціоніст у всьому.
🇬🇷 Η αδελφή μου είναι τελειομανής σε όλα.
|
uso cotidiano | |
|
común
🇺🇦 Він дуже перфекціоніст у своїх звичках.
🇬🇷 Είναι πολύ αυστηρός στα έθιμά του.
🇺🇦 Її перфекціонізм робить її важкою у спілкуванні.
🇬🇷 Ο αυστηρός χαρακτήρας της την κάνει δύσκολη στην επικοινωνία.
|
coloquial | |
|
raro
🇺🇦 Перфекціоніст часто прагне до досконалості.
🇬🇷 Ο τελειομανής συχνά επιδιώκει την τελειότητα.
🇺🇦 Його перфекціонізм проявляється у всіх деталях.
🇬🇷 Ο αυστηρός χαρακτήρας του φαίνεται σε όλες τις λεπτομέρειες.
|
literario |