лізин Griego
3 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇺🇦 Я взяв лізін із собою до магазину
🇬🇷 Πήρα το λίζιν μαζί μου στο κατάστημα
🇺🇦 Лізин дуже важливий для ментального здоров’я
🇬🇷 Το λίζιν είναι πολύ σημαντικό για την ψυχική υγεία
|
lengua estándar | |
|
formal
🇺🇦 Лізин є незамінною амінокислотою
🇬🇷 Το λίζιν είναι απαραίτητο αμινοξύ
🇺🇦 Вивчення лізину в біохімії
🇬🇷 Η μελέτη του λίζιν στη βιοχημεία
|
científico | |
|
común
🇺🇦 Лізин використовується для лікування герпесу
🇬🇷 Η λίζιν χρησιμοποιείται για τη θεραπεία του έρπητα
🇺🇦 Дефіцит лізину може спричинити проблеми з імунітетом
🇬🇷 Έλλειψη λίζιν μπορεί να προκαλέσει προβλήματα με το ανοσοποιητικό σύστημα
|
médico |