ку́рка Griego

0 traducciones
Traducción Contexto Audio
καπάκι
común
🇺🇦 Я поставив курку на плиту
🇬🇷 Έβαλα το καπάκι στη σόμπα
🇺🇦 Загорнув курку в фольгу
🇬🇷 Τυλίγοντας το κοτόπουλο με αλουμινόχαρτο
uso cotidiano
κλουβί
raro
🇺🇦 Годує курку в клітці
🇬🇷 Ταΐζει το κοτόπουλο σε κλουβί
🇺🇦 Птахи живуть у курку
🇬🇷 Τα πουλιά ζουν σε κλουβί
formal
κοντίσιον
raro
🇺🇦 Курка — це частина механізму
🇬🇷 Το κοντίσιον είναι μέρος του μηχανισμού
🇺🇦 У технічних пристроях використовуються курки
🇬🇷 Σε τεχνικές συσκευές χρησιμοποιούνται κοντίσιον
técnico
φυτώριο
raro
🇺🇦 Він побудував курку для вирощування птахів
🇬🇷 Έφτιαξε το φυτώριο για αναπαραγωγή πουλιών
🇺🇦 У цій фермі є курки
🇬🇷 Σε αυτήν τη φάρμα υπάρχουν φυτώρια
literario