га́йка Griego

3 traducciones
Traducción Contexto Audio
ξηρό δάσος
común
🇺🇦 Ми пішли гуляти в гайка.
🇬🇷 Πήγαμε για περπάτημα στο ξηρό δάσος.
🇺🇦 У гаю ростуть різні дерева.
🇬🇷 Στο ξηρό δάσος φυτρώνουν διάφορα δέντρα.
uso cotidiano
καρύδι (με παξιμάδι)
técnico
🇺🇦 Він затягнув гайку на болті.
🇬🇷 Έσφιξε το παξιμάδι στο μπουλόνι.
🇺🇦 Для ремонту потрібно замінити гайку.
🇬🇷 Για την επισκευή χρειάζεται να αντικατασταθεί το παξιμάδι.
técnico
μικρό δάσος
raro
🇺🇦 Гайка була тиха і спокійна вранці.
🇬🇷 Το μικρό δάσος ήταν ήσυχο και γαλήνιο το πρωί.
🇺🇦 Вона любила сидіти в гайку і читати книжки.
🇬🇷 Της άρεσε να κάθεται στο μικρό δάσος και να διαβάζει βιβλία.
literario