experiment Griego
4 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇸🇪 Vi utförde ett experiment i labbet
🇬🇷 Μία πείραμα πραγματοποιήσαμε στο εργαστήριο
🇸🇪 Experimentet visade att teorin var korrekt
🇬🇷 Το πείραμα έδειξε ότι η θεωρία ήταν σωστή
|
científico | |
|
común
🇸🇪 Jag gjorde ett experiment för att se om det fungerar
🇬🇷 Έκανα μια δοκιμή για να δω αν λειτουργεί
🇸🇪 Det är bara ett experiment, inget farligt
🇬🇷 Απλώς μια δοκιμή είναι, τίποτα επικίνδυνο
|
uso cotidiano | |
|
formal
🇸🇪 Det är en experimentell metod
🇬🇷 Είναι μια πειραματική μέθοδος
🇸🇪 Forskningen är fortfarande i ett experimentellt skede
🇬🇷 Η έρευνα βρίσκεται ακόμα σε πειραματικό στάδιο
|
técnico | |
|
raro
🇸🇪 Experimentet användes som bevis i rätten
🇬🇷 Η δοκιμασία χρησιμοποιήθηκε ως αποδεικτικό στοιχείο στο δικαστήριο
🇸🇪 Rättssystemet kräver noggranna experiment
🇬🇷 Το νομικό σύστημα απαιτεί προσεκτικές δοκιμασίες
|
legal |