ハンサム Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
καλός looking
común
🇯🇵 彼はハンサムだ
🇬🇷 Αυτός είναι καλός looking
🇯🇵 彼女はハンサムな男が好きだ
🇬🇷 Της αρέσουν οι καλός looking άντρες
|
uso cotidiano | |
|
όμορφος
común
🇯🇵 彼はとてもハンサムだ
🇬🇷 Είναι πολύ όμορφος
🇯🇵 ハンサムな俳優
🇬🇷 Όμορφος ηθοποιός
|
formal | |
|
για έναν άντρα: γοητευτικός
informal
🇯🇵 彼はハンサムだね
🇬🇷 Είσαι γοητευτικός
🇯🇵 彼のハンサムさに惹かれる
🇬🇷 Μαγεύομαι από τη γοητεία του
|
coloquial |