読み込む Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇯🇵 コンピュータにデータを読み込む
🇬🇷 Φορτώνω δεδομένα στον υπολογιστή
🇯🇵 ファイルを読み込む
🇬🇷 Ανοίγω το αρχείο
|
técnico | |
|
común
🇯🇵 本を読み込む
🇬🇷 Διαβάζω ένα βιβλίο
🇯🇵 ニュースを読み込む
🇬🇷 Καταναλώνω ειδήσεις
|
uso cotidiano | |
|
formal
🇯🇵 システムに情報を読み込む
🇬🇷 Φορτώνω δεδομένα στο σύστημα
🇯🇵 データを読み込む操作
🇬🇷 Η λειτουργία φόρτωσης δεδομένων
|
formal | |
|
raro
🇯🇵 大量のデータを読み込む
🇬🇷 Επεξεργάζομαι μεγάλο όγκο δεδομένων
🇯🇵 画像を読み込むプログラム
🇬🇷 Πρόγραμμα που αναλύει εικόνες
|
científico |