máshol Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
άλλου
común
🇭🇺 Menj máshol
🇬🇷 Πήγαινε αλλού
🇭🇺 Láttam máshol
🇬🇷 Το είδα αλλού
|
uso cotidiano | |
|
σε άλλο μέρος
formal
🇭🇺 A helyszín máshol van
🇬🇷 Η τοποθεσία είναι σε άλλο μέρος
🇭🇺 Kérlek, menj máshol
🇬🇷 Σε παρακαλώ, πήγαινε σε άλλο μέρος
|
formal | |
|
αλλού
coloquial
🇭🇺 Valahol máshol
🇬🇷 Κάπου αλλού
🇭🇺 Én máshol voltam
🇬🇷 Εγώ ήμουν κάπου αλλού
|
coloquial | |
|
εκείνο το μέρος
raro
🇭🇺 A múlt máshol van
🇬🇷 Το παρελθόν βρίσκεται εκείνο το μέρος
🇭🇺 Ők máshol élnek
🇬🇷 Αυτοί ζουν εκείνο το μέρος
|
literario |