दन्तमंजन Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
οδοντόκρεμα
común
🇮🇳 मुझे दांतों की सफाई के लिए दन्तमंजन चाहिए
🇬🇷 Χρειάζομαι οδοντόκρεμα για τον καθαρισμό των δοντιών μου
🇮🇳 दंतमंजन का उपयोग रोजाना करना चाहिए
🇬🇷 Πρέπει να χρησιμοποιείς οδοντόκρεμα καθημερινά
|
formal | |
|
οδοντόκρεμα
común
🇮🇳 मैं सुबह दन्तमंजन करता हूँ
🇬🇷 Το πρωί βουρτσίζω τα δόντια μου με οδοντόκρεμα
🇮🇳 बच्चों को दन्तमंजन देना जरूरी है
🇬🇷 Είναι σημαντικό να δίνεις οδοντόκρεμα στα παιδιά
|
uso cotidiano | |
|
οδοντόβουρτσα και πάστα
formal
🇮🇳 दन्तमंजन के साथ उचित ब्रश का उपयोग आवश्यक है
🇬🇷 Η σωστή χρήση οδοντόβουρτσας και πάστας είναι απαραίτητη
🇮🇳 डेंटल सलाह में दन्तमंजन और ब्रश का संयोजन बताया गया है
🇬🇷 Στη стоматологική συμβουλή αναφέρεται ο συνδυασμός οδοντόκρεμας και βούρτσας
|
técnico | |
|
στοματικό πλύσιμο
raro
🇮🇳 दन्तमंजन का प्रयोग मुख की स्वच्छता के लिए किया जाता है
🇬🇷 Το στοματικό πλύσιμο χρησιμοποιείται για την καθαριότητα του στόματος
🇮🇳 साइंटिफिक अध्ययन में दन्तमंजन की प्रभावशीलता दिखाई गई है
🇬🇷 Σε επιστημονική έρευνα φάνηκε η αποτελεσματικότητα του στοματικού πλυσίματος
|
científico |