αμμόλοφος Estonio
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇬🇷 Ο αμμόλοφος βρίσκεται στην παραλία
🇪🇪 Liivaväljamägi asub rannas
🇬🇷 Τα παιδιά παίζουν σε έναν αμμόλοφο
🇪🇪 Lapsed mängivad liivaväljamäel
|
uso cotidiano | |
|
formal
🇬🇷 Ο αρχιτέκτονας σχεδίασε μια κατασκευή πάνω σε έναν αμμόλοφο
🇪🇪 Arhitekt lõi konstruktsiooni liivaväljamäele
🇬🇷 Οι γεωλόγοι μελέτησαν τους αμμόλοφους της περιοχής
🇪🇪 Geoloogid uurisid piirkonna liivaväljamäge
|
formal | |
|
común
🇬🇷 Το τοπίο ήταν γεμάτο μικρούς αμμόλοφους
🇪🇪 Maastik oli täis väikeseid liivamäge
🇬🇷 Ο ποιητής περιγράφει έναν αμμόλοφο στην ποίησή του
🇪🇪 Luuletaja kirjeldab oma luuletuses liivamäge
|
literario | |
|
raro
🇬🇷 Οι επιστήμονες εξέτασαν το οικοσύστημα των αμμόλοφων
🇪🇪 Teadlased uurisid liivamägede ökosüsteemi
🇬🇷 Οι αμμόλοφοι αποτελούνται από άμμο και φυτά
🇪🇪 Liivamäed koosnevad liivast ja taimedest
|
técnico |