pidalitõbi Griego
3 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
σακχαρώδης διαβήτης
común
🇪🇪 Pidalitõbi on krooniline haigus
🇬🇷 Ο διαβήτης είναι μια χρόνια ασθένεια
🇪🇪 Lapsel diagnoositi pidalitõbi
🇬🇷 Σε ένα παιδί διαγνώστηκε σακχαρώδης διαβήτης
|
médico | |
|
διαβήτης
común
🇪🇪 Tegemist on pidalitõvega
🇬🇷 Αυτό είναι διαβήτης
🇪🇪 Uuringud keskenduvad pidalitõve ravimisele
🇬🇷 Οι έρευνες εστιάζονται στη θεραπεία του διαβήτη
|
científico | |
|
tühja kõhu diabeet
raro
🇪🇪 Pidlitõbi võib põhjustada tõsiseid tüsistusi
🇬🇷 Ο διαβήτης νηστείας μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές
🇪🇪 Tõsise pidalitõve vorm võib nõuda insuliini süstimist
🇬🇷 Η σοβαρή μορφή διαβήτη μπορεί να απαιτεί ενέσεις ινσουλίνης
|
técnico |