monarh Griego
3 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
μοναρχός
común
🇪🇪 Eesti monarh valitakse kuninglikust perekonnast.
🇬🇷 Ο Εσθονός μονάρχης εκλέγεται από τη βασιλική οικογένεια.
🇪🇪 Monarh omab riigis kõrgeimat võimu.
🇬🇷 Ο μονάρχης έχει την ανώτατη εξουσία στη χώρα.
|
formal | |
|
βασιλιάς
común
🇪🇪 Talle meeldib mõelda end monarhina.
🇬🇷 Του αρέσει να φαντάζεται τον εαυτό του βασιλιά.
🇪🇪 Monarh valitses oma riiki õiglaselt.
🇬🇷 Ο βασιλιάς κυβερνούσε τη χώρα του δίκαια.
|
uso cotidiano | |
|
άρχοντας
raro
🇪🇪 Monarh oli rahva seas aukohal.
🇬🇷 Ο άρχοντας ήταν σε περίοπτη θέση ανάμεσα στον λαό.
🇪🇪 Kuningas ja monarh olid sama tähendusega selles loos.
🇬🇷 Ο βασιλιάς και ο άρχοντας είχαν την ίδια έννοια σε αυτήν την ιστορία.
|
literario |