zwak Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
αδύναμος
común
🇪🇸 Está muy zwak en la competencia
🇬🇷 Είναι πολύ αδύναμος στον διαγωνισμό
🇪🇸 Su rendimiento es zwak
🇬🇷 Η απόδοσή του είναι αδύναμη
|
uso cotidiano | |
|
αδυναμία
común
🇪🇸 Tiene zwak en el corazón
🇬🇷 Έχει αδυναμία στην καρδιά
🇪🇸 La zwak muscular puede ser peligrosa
🇬🇷 Η μυϊκή αδυναμία μπορεί να είναι επικίνδυνη
|
médico | |
|
αδύναμο
común
🇪🇸 Su argumento fue zwak
🇬🇷 Το επιχείρημά του ήταν αδύναμο
🇪🇸 La evidencia zwak no convence
🇬🇷 Τα στοιχεία είναι αδύναμα και δεν πείθουν
|
formal | |
|
αδυναμία
formal
🇪🇸 La zwak de su carácter se revela
🇬🇷 Η αδυναμία του χαρακτήρα του αποκαλύπτεται
🇪🇸 En su obra, muestra una zwak profunda
🇬🇷 Στο έργο του, δείχνει μια βαθιά αδυναμία
|
literario |