zelf Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
αυτο-
común
🇪🇸 El concepto de 'zelf' se relaciona con la autopercepción
🇬🇷 Η έννοια του 'zelf' σχετίζεται με την αυτοαντίληψη
🇪🇸 En psicología, 'zelf' se usa para referirse al sentido de uno mismo
🇬🇷 Στην ψυχολογία, το 'zelf' χρησιμοποιείται για να αναφερθεί στην αίσθηση του εαυτού
|
formal | |
|
εαυτός
común
🇪🇸 Me conocí a mí mismo
🇬🇷 Γνώρισα τον εαυτό μου
🇪🇸 El 'zelf' es la percepción que tienes de ti mismo
🇬🇷 Το 'zelf' είναι η αντίληψη που έχεις για τον εαυτό σου
|
uso cotidiano | |
|
αυτο-εικόνα
formal
🇪🇸 El 'zelf' se relaciona con la autopercepción en psicología
🇬🇷 Το 'zelf' σχετίζεται με την αυτοαντίληψη στην ψυχολογία
🇪🇸 La construcción del 'zelf' es importante en terapias
🇬🇷 Η κατασκευή του 'zelf' είναι σημαντική στις θεραπείες
|
técnico |