to+make+a+loud+noise Griego
4 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
κάνω θόρυβο
común
🇪🇸 El niño hizo mucho ruido en la sala
🇬🇷 Το παιδί έκανε πολύ θόρυβο στην αίθουσα
🇪🇸 Por favor, no hagas ruido
🇬🇷 Παρακαλώ, μην κάνεις θόρυβο
|
uso cotidiano | |
|
διαμαρτύρομαι δυνατά
raro
🇪🇸 El activista hizo ruido en la reunión
🇬🇷 Ο ακτιβιστής διαμαρτυρήθηκε δυνατά στη συνεδρίαση
🇪🇸 Hizo mucho ruido en defensa de sus derechos
🇬🇷 Διαμαρτυρήθηκε δυνατά για τα δικαιώματά του
|
formal | |
|
θορυβώδης ήχος
formal
🇪🇸 El motor hizo un fuerte ruido
🇬🇷 Ο κινητήρας δημιούργησε δυνατό θόρυβο
🇪🇸 Se escuchó un ruido fuerte en la maquinaria
🇬🇷 Ακούστηκε δυνατός θόρυβος από τα μηχανήματα
|
técnico | |
|
θόρυβος
común
🇪🇸 ¡Qué ruido haces!
🇬🇷 Τι θόρυβο κάνεις!
🇪🇸 El ruido de la calle es molesto
🇬🇷 Ο θόρυβος του δρόμου είναι ενοχλητικός
|
coloquial |