parlement Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇪🇸 El parlamento aprobó la ley
🇬🇷 Η βουλή ενέκρινε τον νόμο
🇪🇸 El parlamento europeo toma decisiones importantes
🇬🇷 Το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο λαμβάνει σημαντικές αποφάσεις
|
formal | |
|
común
🇪🇸 El parlamento griego discutió la reforma
🇬🇷 Το ελληνικό κοινοβούλιο συζήτησε την μεταρρύθμιση
🇪🇸 El parlamento está en receso
🇬🇷 Το κοινοβούλιο βρίσκεται σε διακοπές
|
formal | |
|
formal
🇪🇸 La parlamento se reúne cada semana
🇬🇷 Η συνεδρίαση του κοινοβουλίου γίνεται κάθε εβδομάδα
🇪🇸 La sesión parlamentaria fue prolongada
🇬🇷 Η συνεδρίαση του κοινοβουλίου παρατάθηκε
|
técnico | |
|
común
🇪🇸 El parlamento discutió el presupuesto
🇬🇷 Το κοινοβούλιο συζήτησε τον προϋπολογισμό
🇪🇸 El parlamento estuvo muy activo hoy
🇬🇷 Το κοινοβούλιο ήταν πολύ δραστήριο σήμερα
|
uso cotidiano |