mürekkep Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
μελάνι
común
🇪🇸 La tinta se ha acabado
🇬🇷 Το μελάνι τελείωσε
🇪🇸 Necesito comprar más tinta
🇬🇷 Χρειάζομαι να αγοράσω περισσότερο μελάνι
|
lengua estándar | |
|
μολύβι και μελάνι
formal
🇪🇸 El manuscrito fue escrito con tinta y pluma
🇬🇷 Το χειρόγραφο γράφτηκε με μελάνι και στυλό
🇪🇸 El documento oficial requiere tinta
🇬🇷 Το επίσημο έγγραφο απαιτεί μελάνι
|
formal | |
|
μελάνι (μεταφορικά, γράψιμο, διάθεση)
raro
🇪🇸 Su pluma vertía tinta de emoción
🇬🇷 Το στυλό του έσταζε μελάνι συγκίνησης
🇪🇸 La tinta de su pluma refleja su pasión
🇬🇷 Το μελάνι του στυλό του αντικατοπτρίζει το πάθος του
|
literario | |
|
είδος γραφής ή γραφική ύλη
raro
🇪🇸 El término 'mürekkep' en caligrafía se refiere a la tinta
🇬🇷 Ο όρος 'mürekkep' στην καλλιγραφία αναφέρεται στο μελάνι
🇪🇸 La tinta para caligrafía debe ser de buena calidad
🇬🇷 Το μελάνι για καλλιγραφία πρέπει να είναι καλής ποιότητας
|
técnico |