kannibal Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
κανίβαλος
común
🇪🇸 El caníbal fue capturado
🇬🇷 Ο κανίβαλος πιάστηκε
🇪🇸 La historia trata sobre un caníbal en la selva
🇬🇷 Η ιστορία αφορά έναν κανίβαλο στη ζούγκλα
|
literario | |
|
καταναλωτής ανθρώπινου κρέατος
raro
🇪🇸 El caníbal consumía carne humana
🇬🇷 Ο κανίβαλος καταναλωνε ανθρώπινο κρέας
🇪🇸 El término se usa en estudios antropológicos sobre caníbales
🇬🇷 Ο όρος χρησιμοποιείται σε ανθρωπολογικές μελέτες για κανίβαλους
|
formal | |
|
καταναλωτής ανθρώπινου κρέατος
raro
🇪🇸 Se estudiaron los hábitos de los caníbales
🇬🇷 Μελετήθηκαν οι συνήθειες των κανιβαλων
🇪🇸 El fósil revela prácticas caníbales en la antigüedad
🇬🇷 Το απολίθωμα αποκαλύπτει πρακτικές κανιβαλισμού στην αρχαιότητα
|
científico | |
|
κανίβαλος
común
🇪🇸 No seas caníbal con la comida
🇬🇷 Μην είσαι κανιβαλικός με το φαγητό
🇪🇸 Llamaron a ese tipo un caníbal por su comportamiento
🇬🇷 Τον είπαν κανίβαλο λόγω της συμπεριφοράς του
|
coloquial |