discipline Griego
4 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
πειθαρχία
común
🇪🇸 La disciplina es fundamental en la educación.
🇬🇷 Η πειθαρχία είναι θεμελιώδης στην εκπαίδευση.
🇪🇸 La disciplina en el ejército es estricta.
🇬🇷 Η πειθαρχία στον στρατό είναι αυστηρή.
|
formal | |
|
καθημερινή σειρά / τάξη
común
🇪🇸 Necesita más disciplina en su vida diaria.
🇬🇷 Χρειάζεται περισσότερη τάξη στη καθημερινή του ζωή.
🇪🇸 Mantener la disciplina en el hogar ayuda a todos.
🇬🇷 Η διατήρηση της τάξης στο σπίτι βοηθά όλους.
|
uso cotidiano | |
|
επιστημονικό πεδίο / κλάδος
formal
🇪🇸 La física es una disciplina de la ciencia.
🇬🇷 Η φυσική είναι ένα επιστημονικό πεδίο της επιστήμης.
🇪🇸 Estudia diferentes disciplinas académicas.
🇬🇷 Μελετά διαφορετικά ακαδημαϊκά πεδία.
|
científico | |
|
αυστηρότητα / τάξη
raro
🇪🇸 La disciplina en la ley es esencial.
🇬🇷 Η αυστηρότητα στη νομοθεσία είναι ουσιώδης.
🇪🇸 La disciplina del sistema legal garantiza justicia.
🇬🇷 Η τάξη του νομικού συστήματος διασφαλίζει τη δικαιοσύνη.
|
legal |