cruel Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇪🇸 Su comportamiento cruel fue condenado por todos.
🇬🇷 Η σκληρή συμπεριφορά του καταδικάστηκε από όλους.
🇪🇸 La historia describe a un rey cruel y despiadado.
🇬🇷 Η ιστορία περιγράφει έναν σκληρό και άκαρδο βασιλιά.
|
formal | |
|
común
🇪🇸 Su actitud cruel hacia los animales es inaceptable.
🇬🇷 Η απάνθρωπη στάση του απέναντι στα ζώα είναι απαράδεκτη.
🇪🇸 El libro relata la historia de un villano cruel y sin remordimientos.
🇬🇷 Το βιβλίο περιγράφει την ιστορία ενός σκληρού και χωρίς μετανοιώσεις κακού.
|
literario | |
|
raro
🇪🇸 El dictador fue conocido por su carácter cruel y a menudo aníleos.
🇬🇷 Ο δικτάτορας ήταν γνωστός για τον σκληρό και ανήλεο χαρακτήρα του.
🇪🇸 La descripción del protagonista revela una naturaleza cruel y despiadada.
🇬🇷 Η περιγραφή του πρωταγωνιστή αποκαλύπτει μια σκληρή και άκαρδη φύση.
|
literario | |
|
común
🇪🇸 Su castigo fue cruel y a la vez justo.
🇬🇷 Ο τιμωρία του ήταν σκληρή και ταυτόχρονα δίκαιη.
🇪🇸 El juez fue muy cruel en su sentencia.
🇬🇷 Ο δικαστής ήταν πολύ αμείλικτος στην απόφασή του.
|
formal |