aẓnẓar Griego

0 traducciones
Traducción Contexto Audio
αλλάζω πορεία
común
🇪🇸 Él decidió aẓnẓar y seguir otro camino
🇬🇷 Αποφάσισε να αλλάξει πορεία και να ακολουθήσει έναν άλλο δρόμο
🇪🇸 Después de la confusión, ella aẓnẓar y buscar una solución
🇬🇷 Μετά την σύγχυση, άλλαξε πορεία και αναζήτησε μια λύση
uso cotidiano
αναθεωρώ, επανεξετάζω
formal
🇪🇸 Es necesario aẓnẓar las políticas
🇬🇷 Είναι απαραίτητο να επανεξετάσουμε τις πολιτικές
🇪🇸 El comité decidió aẓnẓar el informe
🇬🇷 Η επιτροπή αποφάσισε να αναθεωρήσει την έκθεση
formal
κατευθύνω, ρίχνω ματιά
raro
🇪🇸 El técnico aẓnẓar la pantalla para detectar fallos
🇬🇷 Ο τεχνικός κατεύθυνε την οθόνη για να εντοπίσει σφάλματα
🇪🇸 El ingeniero aẓnẓar los datos del sensor
🇬🇷 Ο μηχανικός ρίχνει ματιά στα δεδομένα του αισθητήρα
técnico