অর্থনীতি Griego
4 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇪🇸 La economía de un país afecta a todos sus ciudadanos
🇬🇷 Η οικονομία μιας χώρας επηρεάζει όλους τους πολίτες της
🇪🇸 El estudio de la economía es importante para entender el mercado
🇬🇷 Η μελέτη της οικονομίας είναι σημαντική για την κατανόηση της αγοράς
|
formal | |
|
formal
🇪🇸 La economía global está en constante cambio
🇬🇷 Το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα βρίσκεται σε διαρκή αλλαγή
🇪🇸 Los economistas analizan el sistema económico para proponer reformas
🇬🇷 Οι οικονομολόγοι αναλύουν το οικονομικό σύστημα για να προτείνουν μεταρρυθμίσεις
|
técnico | |
|
común
🇪🇸 Mi economía no me permite viajar ahora
🇬🇷 Η οικονομική μου κατάσταση δεν μου επιτρέπει να ταξιδέψω τώρα
🇪🇸 ¿Cómo está tu economía en estos momentos?
🇬🇷 Πώς είναι η οικονομική σου κατάσταση αυτήν την εποχή;
|
uso cotidiano | |
|
formal
🇪🇸 Las finanzas y la economía están relacionadas
🇬🇷 Τα χρηματοοικονομικά και η οικονομία είναι αλληλένδετα
🇪🇸 Estudiar finanzas ayuda a entender mejor la economía
🇬🇷 Η μελέτη των χρηματοοικονομικών βοηθάει στην κατανόηση της οικονομίας
|
negocios |