усми́хвам+се Griego

0 traducciones
Traducción Contexto Audio
χαμογελώ
común
🇪🇸 Me gusta усми́хвам+се cuando veo a mis amigos
🇬🇷 Μου αρέσει να χαμογελώ όταν βλέπω τους φίλους μου
🇪🇸 Siempre усми́хвам+се en las fotos
🇬🇷 Πάντα χαμογελώ στις φωτογραφίες
uso cotidiano
χαμογελώ ευγενικά
formal
🇪🇸 El empleado усми́хвам+се al cliente
🇬🇷 Ο υπάλληλος χαμογελά ευγενικά στον πελάτη
🇪🇸 Durante la entrevista, усми́хвам+се para mostrar confianza
🇬🇷 Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, χαμογελώ για να δείξω αυτοπεποίθηση
formal
να χαμογελάς
coloquial
🇪🇸 No olvides усми́хвам+се nunca
🇬🇷 Μην ξεχνάς να χαμογελάς ποτέ
🇪🇸 Siempre усми́хвам+се cuando estoy feliz
🇬🇷 Πάντα χαμογελάω όταν είμαι χαρούμενος
coloquial
αποδοχή με χαμόγελο
raro
🇪🇸 Su усми́хвам+σε fue una señal de paz
🇬🇷 Η αποδοχή με χαμόγελο ήταν ένα σήμα ειρήνης
🇪🇸 Su expresión fue una agradable усми́хвам+ση
🇬🇷 Η έκφρασή του ήταν μια ευχάριστη αποδοχή με χαμόγελο
literario