мастило Griego

0 traducciones
Traducción Contexto Audio
común
🇪🇸 Necesitamos aplicar un buen мастило en las partes mecánicas
🇬🇷 Χρειαζόμαστε να εφαρμόσουμε ένα καλό λιπαντικό στα μηχανικά μέρη
🇪🇸 El мастило ayuda a reducir la fricción
🇬🇷 Το мастило βοηθά στη μείωση της τριβής
técnico
común
🇪🇸 El coche no funciona bien porque tiene мастило viejo
🇬🇷 Το αυτοκίνητο δεν λειτουργεί καλά επειδή έχει παλιό λάδι
🇪🇸 Debemos cambiar el мастило del motor
🇬🇷 Πρέπει να αλλάξουμε το λάδι του κινητήρα
uso cotidiano
formal
🇪🇸 La мастило del equipo industrial requiere mantenimiento regular
🇬🇷 Ο λιπανμός του βιομηχανικού εξοπλισμού απαιτεί τακτική συντήρηση
🇪🇸 Se recomienda una adecuada мастило para prolongar la vida útil
🇬🇷 Συνίσταται η σωστή λίπανση για να παρατείνει τη διάρκεια ζωής
formal
raro
🇪🇸 En el taller usaban мастило para lubricar las piezas
🇬🇷 Στο εργαστήριο χρησιμοποιούσαν γρασίδι λιπαντικό για λίπανση των μερών
🇪🇸 El mecánico aplicó мастило en la cadena
🇬🇷 Ο μηχανικός έβαλε λιπαντικό στην αλυσίδα
jerga