камин Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇪🇸 Encendí el fuego en el камин
🇬🇷 Άναψα τη φωτιά στο τζάκι
🇪🇸 El камин proporciona calor en invierno
🇬🇷 Το τζάκι παρέχει ζέστη τον χειμώνα
|
uso cotidiano | |
|
raro
🇪🇸 El sistema de extracción de humo del камин
🇬🇷 Το σύστημα απομάκρυνσης καπνού από το τζάκι
🇪🇸 El tubo del камин necesita mantenimiento
🇬🇷 Το σωλήνα του τζακιού χρειάζεται συντήρηση
|
técnico | |
|
común
🇪🇸 El humo sale por la καμινάδα
🇬🇷 Ο καπνός βγαίνει από την καμινάδα
🇪🇸 La καμινάδα está limpia
🇬🇷 Η καμινάδα είναι καθαρή
|
formal | |
|
coloquial
🇪🇸 Vamos a limpiar el καμινάκι
🇬🇷 Ας καθαρίσουμε το καμινάκι
🇪🇸 El fuego en el καμινάκι se apagó
🇬🇷 Η φωτιά στο καμινάκι σβήστηκε
|
coloquial |