дървен+въглен Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
ξύλο και άνθρακας
común
🇪🇸 El combustible está hecho de madera y carbón.
🇬🇷 Το καύσιμο αποτελείται από ξύλο και άνθρακα.
🇪🇸 Para la calefacción, usamos madera y carbón.
🇬🇷 Για τη θέρμανση, χρησιμοποιούμε ξύλο και άνθρακα.
|
técnico | |
|
καυσόξυλο και κάρβουνο
común
🇪🇸 El fuego fue alimentado con leña y carbón.
🇬🇷 Η φωτιά τροφοδοτήθηκε με καυσόξυλο και κάρβουνο.
🇪🇸 Necesitamos madera y carbón para la barbacoa.
🇬🇷 Χρειαζόμαστε καυσόξυλο και κάρβουνο για το μπάρμπεκιου.
|
lengua estándar | |
|
ξύλο και κάρβουνο
común
🇪🇸 Utilizamos madera y carbón para la fogata.
🇬🇷 Χρησιμοποιούμε ξύλο και κάρβουνο για τη φωτιά.
🇪🇸 Compré madera y carbón para la chimenea.
🇬🇷 Αγόρασα ξύλο και κάρβουνο για το τζάκι.
|
uso cotidiano | |
|
καυσόξυλο και άνθρακας
raro
🇪🇸 El poeta evocaba imágenes de madera y carbón.
🇬🇷 Ο ποιητής ανακάλεσε εικόνες από ξύλο και άνθρακα.
🇪🇸 La escena mostraba un paisaje de bosques y minas de carbón.
🇬🇷 Η σκηνή παρουσίαζε τοπίο δασών και μεταλλείων άνθρακα.
|
literario |