sova Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
κουκουβάγια
común
🇪🇸 La sova vuela de noche
🇬🇷 Η κουκουβάγια πετάει τη νύχτα
🇪🇸 Me gusta oír la sova en el bosque
🇬🇷 Μου αρέσει να ακούω την κουκουβάγια στο δάσος
|
uso cotidiano | |
|
κουκουβάγια
común
🇪🇸 El poeta comparó su sabiduría con la sova
🇬🇷 Ο ποιητής συνέκρινε τη σοφία του με την κουκουβάγια
🇪🇸 La sova simboliza la sabiduría en muchas culturas
🇬🇷 Η κουκουβάγια συμβολίζει τη σοφία σε πολλές κουλτούρες
|
literario | |
|
αργόπουλο
informal
🇪🇸 Deja de actuar como sova y ponte a trabajar
🇬🇷 Σταμάτα να συμπεριφέρεσαι σαν αργόπουλο και ξεκίνα να δουλεύεις
🇪🇸 Es un sova en la clase
🇬🇷 Είναι αργόπουλο στην τάξη
|
coloquial | |
|
señuelo
formal
🇪🇸 El sova se utilizó para atraer a las aves
🇬🇷 Το σόβα χρησιμοποιήθηκε για να προσελκύσει πουλιά
🇪🇸 En la pesca, el sova es un elemento clave
🇬🇷 Στη ψαριά, το σόβα είναι βασικό στοιχείο
|
técnico |