properly Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
καλά
común
🇪🇸 You need to do it properly.
🇬🇷 Πρέπει να το κάνεις σωστά.
🇪🇸 She didn't do the job properly.
🇬🇷 Δεν έκανε τη δουλειά σωστά.
|
uso cotidiano | |
|
ορθά
común
🇪🇸 Make sure you handle it properly.
🇬🇷 Βεβαιώσου ότι το χειρίζεσαι ορθά.
🇪🇸 The experiment was conducted properly.
🇬🇷 Η πειραματική διαδικασία πραγματοποιήθηκε ορθά.
|
formal | |
|
κατάλληλα
formal
🇪🇸 Ensure the equipment is used properly.
🇬🇷 Βεβαιωθείτε ότι ο εξοπλισμός χρησιμοποιείται κατάλληλα.
🇪🇸 Properly install the software.
🇬🇷 Εγκαταστήστε το λογισμικό κατάλληλα.
|
técnico | |
|
σωστά
común
🇪🇸 Please do it properly.
🇬🇷 Παρακαλώ κάν' το σωστά.
🇪🇸 He explained the concept properly.
🇬🇷 Εξήγησε τη θεωρία σωστά.
|
lengua estándar |