probo Griego
4 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇪🇸 Es un juez muy probo
🇬🇷 Είναι ένας πολύ έγκριτος δικαστής
🇪🇸 Su reputación es de una persona proba
🇬🇷 Η φήμη του είναι ότι είναι ένας αξιόπιστος άνθρωπος
|
formal | |
|
común
🇪🇸 Es un hombre probo y honesto
🇬🇷 Είναι ένας ευπρεπής και έντιμος άνθρωπος
🇪🇸 Debe actuar de forma proba
🇬🇷 Πρέπει να συμπεριφέρεται με ευπρέπεια
|
uso cotidiano | |
|
formal
🇪🇸 El protagonista era un caballero probo
🇬🇷 Ο πρωταγωνιστής ήταν ένας ευπρεπής ιππότης
🇪🇸 Su conducta siempre fue proba y respetable
🇬🇷 Η συμπεριφορά του ήταν πάντα ευπρεπής και σεβαστή
|
literario | |
|
raro
🇪🇸 Su probidad es reconocida en toda la comunidad
🇬🇷 Η ήθος και η εντιμότητά του είναι αναγνωρισμένες σε όλη την κοινότητα
🇪🇸 La probidad del testigo fue puesta en duda
🇬🇷 Η ήθος του μάρτυρα αμφισβητήθηκε
|
legal |