mkojo Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
ακαθαρσίες
común
🇪🇸 El niño hizo mkojo en el jardín
🇬🇷 Το παιδί έκανε ακαθαρσίες στον κήπο
🇪🇸 Los bebés suelen hacer mkojo varias veces al día
🇬🇷 Τα μωρά τείνουν να κάνουν ακαθαρσίες αρκετές φορές την ημέρα
|
uso cotidiano | |
|
ακράτεια
formal
🇪🇸 El paciente sufre de mkojo frecuente
🇬🇷 Ο ασθενής suffers από συχνή ακράτεια
🇪🇸 El tratamiento para mkojo puede incluir terapia
🇬🇷 Η θεραπεία για ακράτεια μπορεί να περιλαμβάνει θεραπεία
|
médico | |
|
αποβολή
raro
🇪🇸 El poeta describe la mkojo de sus emociones
🇬🇷 Ο ποιητής περιγράφει την αποβολή των συναισθημάτων του
🇪🇸 La mkojo de ideas fluyó en su mente
🇬🇷 Η αποβολή ιδεών ρέει στο μυαλό του
|
literario | |
|
αποχετεύσεις
técnico
🇪🇸 El sistema de mkojo necesita reparación
🇬🇷 Το σύστημα αποχετεύσεων χρειάζεται επισκευή
🇪🇸 Revisa las mkojo en la planta de tratamiento
🇬🇷 Έλεγχος στις αποχετεύσεις στη μονάδα επεξεργασίας
|
técnico |