lười Griego

0 traducciones
Traducción Contexto Audio
τεμπέλης
común
🇪🇸 Él es muy lười en los estudios
🇬🇷 Αυτός είναι πολύ τεμπέλης στα μαθήματα
🇪🇸 No seas lười y haz tu tarea
🇬🇷 Μην είσαι τεμπέλης και κάνε την εργασία σου
uso cotidiano
αργός
común
🇪🇸 Su ritmo es muy lười
🇬🇷 Ο ρυθμός του είναι πολύ αργός
🇪🇸 El proceso es lười y necesita acelerarse
🇬🇷 Η διαδικασία είναι αργή και χρειάζεται επιτάχυνση
formal
αδιαφορώ
informal
🇪🇸 Soy muy lười para estudiar
🇬🇷 Είμαι πολύ αδιάφορος να διαβάσω
🇪🇸 Siempre lười en hacer los deberes
🇬🇷 Πάντα αδιαφορώ να κάνω τις υποχρεώσεις
jerga
αποφεύγω την εργασία
coloquial
🇪🇸 Es un lười que siempre evita el trabajo
🇬🇷 Είναι ένας τεμπέλης που πάντα αποφεύγει την εργασία
🇪🇸 No quiero hacer nada, soy un lười
🇬🇷 Δεν θέλω να κάνω τίποτα, είμαι τεμπέλης
coloquial