fiancée Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
μνηστή
común
🇪🇸 Mi novia es mi futura esposa
🇬🇷 Η αρραβωνιαστικιά μου είναι η μελλοντική μου σύζυγος
🇪🇸 El compromiso fue con mi novia
🇬🇷 Ο αρραβώνας ήταν με την αρραβωνιαστικιά μου
|
formal | |
|
αρραβωνιαστικιά
común
🇪🇸 Ella es mi fiancée
🇬🇷 Αυτή είναι η αρραβωνιαστικιά μου
🇪🇸 Estamos comprometidos, y ella es mi fiancée
🇬🇷 Είμαστε αρραβωνιασμένοι, και αυτή είναι η αρραβωνιαστικιά μου
|
uso cotidiano | |
|
προξενημένη
raro
🇪🇸 En la novela, ella era la fiancée del protagonista
🇬🇷 Στο μυθιστόρημα, ήταν η προξενημένη του πρωταγωνιστή
🇪🇸 La historia describe a su fiancée como una mujer noble
🇬🇷 Η ιστορία περιγράφει την προξενημένη ως μια ευγενική γυναίκα
|
literario | |
|
νηστή
raro
🇪🇸 La ley establece derechos para la fiancée
🇬🇷 Ο νόμος καθορίζει δικαιώματα για την αρραβωνιαστικιά
🇪🇸 El contrato fue firmado con la fiancée
🇬🇷 Η σύμβαση υπογράφηκε με την αρραβωνιαστικιά
|
legal |