engine Griego

0 traducciones
Traducción Contexto Audio
μηχανή
común
🇪🇸 The engine needs maintenance.
🇬🇷 Ο κινητήρας χρειάζεται συντήρηση.
🇪🇸 Car engines are complex machines.
🇬🇷 Οι μηχανές των αυτοκινήτων είναι πολύπλοκα μηχανήματα.
técnico
κινητήρας
común
🇪🇸 The engine of the airplane is powerful.
🇬🇷 Ο κινητήρας του αεροπλάνου είναι ισχυρός.
🇪🇸 He repaired the engine himself.
🇬🇷 Επισκεύασε ο ίδιος τον κινητήρα.
formal
μηχανοκίνητο
común
🇪🇸 He bought a new engine for his boat.
🇬🇷 Αγόρασε καινούργιο μηχανοκίνητο για το σκάφος του.
🇪🇸 The engine stopped working during the trip.
🇬🇷 Ο κινητήρας σταμάτησε να λειτουργεί κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.
uso cotidiano
μηχανή
común
🇪🇸 The city’s engine of progress was unstoppable.
🇬🇷 Η μηχανή της προόδου της πόλης ήταν ασταμάτητη.
🇪🇸 The story revolves around the engine of innovation.
🇬🇷 Η ιστορία περιστρέφεται γύρω από τη μηχανή της καινοτομίας.
literario