división Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇪🇸 La división de la empresa fue un proceso largo
🇬🇷 Ο διαχωρισμός της εταιρείας ήταν μια μακρά διαδικασία
🇪🇸 La división de las clases se realizó en grupos pequeños
🇬🇷 Ο διαχωρισμός των τάξεων πραγματοποιήθηκε σε μικρές ομάδες
|
formal | |
|
común
🇪🇸 Cada uno recibió su división de la herencia
🇬🇷 Ο καθένας πήρε το μερίδιό του από την κληρονομιά
🇪🇸 Su división de tareas fue muy justa
🇬🇷 Ο διαχωρισμός των εργασιών του ήταν πολύ δίκαιος
|
uso cotidiano | |
|
común
🇪🇸 La división celular es un proceso fundamental en la biología
🇬🇷 Ο κυτταρικός διαχωρισμός είναι μια θεμελιώδης διαδικασία στη βιολογία
🇪🇸 La división de números es básica en matemáticas
🇬🇷 Ο διαχωρισμός αριθμών είναι βασικός στα μαθηματικά
|
científico | |
|
formal
🇪🇸 La división de bienes en un testamento
🇬🇷 Ο διαμερισμός των περιουσιακών στοιχείων σε μια διαθήκη
🇪🇸 El tribunal ordenó la división de los activos
🇬🇷 Το δικαστήριο διέταξε τον διαμερισμό των περιουσιακών στοιχείων
|
legal |