cascalho Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
θραυσμένο χαλίκι
común
🇪🇸 El camino está cubierto de cascalho
🇬🇷 Ο δρόμος είναι καλυμμένος με θραυσμένο χαλίκι
🇪🇸 Necesitamos llenar el fondo con cascalho para mejorar el drenaje
🇬🇷 Χρειαζόμαστε να γεμίσουμε το κάτω μέρος με θραυσμένο χαλίκι για να βελτιώσουμε την αποστράγγιση
|
uso cotidiano | |
|
πετραδάκι
común
🇪🇸 Recogió algunos cascalho en la playa
🇬🇷 Μάζεψε μερικά πετραδάκια στην παραλία
🇪🇸 El jardín tiene mucha cascalho para decorar
🇬🇷 Ο κήπος έχει πολλά πετραδάκια για διακόσμηση
|
informal | |
|
θραυστό υλικό
formal
🇪🇸 El análisis del cascalho revela su composición
🇬🇷 Η ανάλυση του θραυστού υλικού αποκαλύπτει τη σύστασή του
🇪🇸 Se requiere cascalho para la construcción de caminos
🇬🇷 Απαιτείται θραυστό υλικό για την κατασκευή δρόμων
|
técnico |