әнші Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇪🇸 Ella es una әнші famosa
🇬🇷 Αυτή είναι μια διάσημη τραγουδίστρια
🇪🇸 La әнші cantó en el concierto
🇬🇷 Η τραγουδίστρια τραγούδησε στη συναυλία
|
uso cotidiano | |
|
formal
🇪🇸 El cantante es un әнші de ópera
🇬🇷 Ο τραγουδιστής είναι σοπράνο όπερας
🇪🇸 La voz de la әнші es impresionante
🇬🇷 Η φωνή της σοπράνο είναι εντυπωσιακή
|
formal | |
|
común
🇪🇸 La poesía habla de la әнші del alma
🇬🇷 Η ποίηση μιλά για τη τραγουδίστρια της ψυχής
🇪🇸 Su voz, una auténtica әнші, llenó la sala
🇬🇷 Η φωνή της, μια αυθεντική τραγουδίστρια, γέμισε την αίθουσα
|
literario | |
|
raro
🇪🇸 Ella es una әнші en la cuerda floja
🇬🇷 Είναι μια ακροβάτισσα στο τεντωμένο σχοινί
🇪🇸 La artista, una verdadera әнші, sorprendió a todos
🇬🇷 Η καλλιτέχνιδα, μια πραγματική ακροβάτισσα, εντυπωσίασε όλους
|
coloquial |