шүүдүрүм Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
σκιώδης όψη
raro
🇪🇸 El cielo tenía una шүүдүрүм que parecía místico.
🇬🇷 Ο ουρανός είχε μια σκιώδη όψη που φαινόταν μυστηριακή.
🇪🇸 Su rostro mostraba шүүдүрүм de tristeza.
🇬🇷 Το πρόσωπό του έδειχνε σκιώδη όψη θλίψης.
|
literario | |
|
ασαφής εικόνα
formal
🇪🇸 La descripción era llena de шүүдүрүм.
🇬🇷 Η περιγραφή ήταν γεμάτη από ασαφείς εικόνες.
🇪🇸 El documento contenía шүүдүрүм que dificultaba su interpretación.
🇬🇷 Το έγγραφο περιείχε ασαφείς εικόνες που δυσκόλευαν την ερμηνεία τους.
|
formal | |
|
αόριστη εντύπωση
común
🇪🇸 Me quedó шүүдүрүм después de la película.
🇬🇷 Έμεινα με μια αόριστη εντύπωση μετά την ταινία.
🇪🇸 Su explicación me dejó шүүдүрүм.
🇬🇷 Η εξήγησή του με άφησε με μια αόριστη εντύπωση.
|
uso cotidiano | |
|
αμυδρή σκιά
técnico
🇪🇸 En la fotografía, hay шүүдүрүм en las esquinas.
🇬🇷 Στη φωτογραφία, υπάρχουν αμυδρές σκιάσεις στις γωνίες.
🇪🇸 El software detecta шүүдүрүм en las áreas oscuras.
🇬🇷 Το λογισμικό ανιχνεύει αμυδρή σκιά στα σκοτεινά σημεία.
|
técnico |