соронзон Griego

0 traducciones
Traducción Contexto Audio
μαγνήτης
común
🇪🇸 El imán tiene una fuerte fuerza de соронзон.
🇬🇷 Ο μαγνήτης έχει ισχυρή έλξη.
🇪🇸 El соронзон puede atraer objetos metálicos.
🇬🇷 Ο μαγνήτης μπορεί να έλξει μεταλλικά αντικείμενα.
técnico
μαγνητική επίδραση
formal
🇪🇸 El concepto de соронзон se relaciona con la fuerza magnética.
🇬🇷 Η έννοια του соронзон σχετίζεται με τη μαγνητική δύναμη.
🇪🇸 El estudio de соронзон es fundamental en física.
🇬🇷 Η μελέτη του соронзон είναι θεμελιώδης στη φυσική.
científico
μαγνητισμός
común
🇪🇸 Me gusta cómo соронзон puede atraer objetos metálicos.
🇬🇷 Μου αρέσει ο μαγνητισμός που έχει ο соронзон να έλκει μεταλλικά αντικείμενα.
🇪🇸 El соронзон tiene un fuerte efecto de μαγνητισμός.
🇬🇷 Ο соронζον έχει έντονο μαγνητισμό.
uso cotidiano