ско́льзкий Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
σκολιώτικος
común
🇪🇸 El estiloскользкий de la literatura
🇬🇷 Ο σκολιώτικος στυλ της λογοτεχνίας
🇪🇸 Su enfoqueскользкий en el análisis
🇬🇷 Η προσέγγιση σκολιώτικη στην ανάλυση
|
formal | |
|
λεπτοδουλεμένος
formal
🇪🇸 Un trabajoскользкий y detallado
🇬🇷 Ένα λεπτοδουλεμένο και προσεκτικό έργο
🇪🇸 Su argumentoскользкий y convincente
🇬🇷 Η επιχειρηματολογία λεπτοδουλεμένη και πειστική
|
literario | |
|
αντιφατικός
común
🇪🇸 Su comportamientoскользкий a veces confunde
🇬🇷 Η συμπεριφορά του αντιφατική μερικές φορές προκαλεί σύγχυση
🇪🇸 La explicaciónскользкий no fue convincente
🇬🇷 Η εξήγηση αντιφατική και όχι πειστική
|
uso cotidiano | |
|
αμφίσημος
formal
🇪🇸 Un términoскользкий en la filosofía
🇬🇷 Ένας όρος αμφίσημος στη φιλοσοφία
🇪🇸 El conceptoскользкий requiere análisis profundo
🇬🇷 Η έννοια αμφίσημη απαιτεί βαθύτερη ανάλυση
|
académico |