самаурын Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
αυτοπαρασκευασμένο πυροβόλο όπλο
raro
🇪🇸 El arma casera fue encontrada en la escena del crimen
🇬🇷 Το αυτοπαρασκευασμένο όπλο βρέθηκε στη σκηνή του εγκλήματος
🇪🇸 Utilizar armas caseras puede ser peligroso
🇬🇷 Η χρήση αυτοπαρασκευασμένων όπλων μπορεί να είναι επικίνδυνη
|
técnico | |
|
πυροβόλο χειροποίητο
común
🇪🇸 Encontraron una arma casera en el armario
🇬🇷 Βρήκαν ένα χειροποίητο όπλο μέσα στην ντουλάπα
🇪🇸 El niño hizo una arma casera de juguδι
🇬🇷 Το παιδί έκανε ένα χειροποίητο όπλο από παιχνίδι
|
uso cotidiano | |
|
αυτοσχέδιο όπλο
común
🇪🇸 La policía confiscó varias armas caseras
🇬🇷 Η αστυνομία κατάσχεσε πολλά αυτοσχέδια όπλα
🇪🇸 Esa arma casera puede ser muy peligrosa
🇬🇷 Αυτό το αυτοσχέδιο όπλο μπορεί να είναι πολύ επικίνδυνο
|
informal |